Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Roman Polanski. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Roman Polanski. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Repulsion (1965)


Ελληνικός Τίτλος: Αποστροφή
Κατηγορία: Θρίλερ, Δράμα, Τρόμου
Σκηνοθεσία: Roman Polanski
Σενάριο: Roman Polanski, Gerard Brach
Πρωταγωνιστούν: Catherine Deneuve, Ian Hendry, John Fraser, Yvonne Furneaux
Μουσική: Chico Hamilton
Φωτογραφία: Gilbert Taylor
Μοντάζ: Dov Hoenig
Χώρα Παραγωγής: Ηνωμένο Βασίλειο
Χρώμα: Ασπρόμαυρη
Διάρκεια: 105 min


Η Carole και η Helene είναι δυο αδελφές από το Βέλγιο που ζουν σε ένα διαμέρισμα στο κέντρο του Λονδίνου.
Η Carole, που είναι η μικρότερη, εργάζεται σε ένα ινστιτούτο ομορφιάς. Σε αντίθεση με την αδελφή της που διατηρεί παράνομο δεσμό με έναν παντρεμένο, τον Michael, η ερωτική ζωή της πανέμορφης Carole είναι ανύπαρκτη και όλη η σχέση της με το αντίθετο φύλο περιορίζεται στο επίμονο, αλλά άκαρπο φλερτ ενός ρομαντικού νέου, του Colin, που τον απορρίπτει συνεχώς, αφού η ίδια διακατέχεται από μία αρνητική προδιάθεση απέναντι στους άνδρες.
Το πρόβλημά της γίνεται εντονότερο από την παρουσία του Michael στο σπίτι. Την ενοχλούν τα προσωπικά αντικείμενα του άνδρα που βρίσκονται στο μπάνιο δίπλα στα δικά της και τις νύχτες μένει ξύπνια ακούγοντας τις ερωτικές κραυγές της αδελφής της από το διπλανό δωμάτιο.
Η ψυχολογική της κατάσταση αρχίζει να κλονίζεται όταν η Helene και ο εραστής της φεύγουν από το σπίτι για ένα δεκαπενθήμερο διακοπών στην Ιταλία. Η Carole θα κλειστεί τελείως στον εαυτό της, θα κλειδωθεί στο σπίτι, δεν θα ξαναπάει στην δουλειά της και τις νύχτες, πνιγμένη στους εφιάλτες και στις παραισθήσεις της, θα δέχεται τον φρικτό βιασμό από άνδρες που την περιμένουν στο δωμάτιό της...


Η πρώτη αγγλόφωνη ταινία του Γαλλοπολωνού σκηνοθέτη Roman Polanski, το «Repulsion», είναι ένα εξαιρετικό ψυχολογικό θρίλερ που σημάδεψε την δεκαετία του ’60 και θεωρήθηκε σταθμός για τα κινηματογραφικά δεδομένα της εποχής, ανοίγοντας  μια νέα χρυσή σελίδα στον κατάλογο με τις ταινίες του είδους του.
Πρόκειται για το πρώτο μέρος της άτυπης τριλογίας των ταινιών "διαμερίσματος" όπως τις αποκάλεσε ο ίδιος ο σκηνοθέτης, η οποία ακολουθήθηκε με το ατμοσφαιρικό «Rosemary' s Baby» το 1968 και ολοκληρώθηκε με το εκπληκτικό, «The Tenant» το 1976.
Το σενάριο της ταινίας, αρκετά πρωτότυπο, αναφέρεται σε μια νεαρή κοπέλα που πάσχει από αγοραφοβία με επακόλουθο να νιώθει αποστροφή για τον έρωτα, και όλα όσα συμβαίνουν γύρω της -πράγματα φυσιολογικά για έναν υγιή άνθρωπο- συντελούν στο να χάσει τελείως τα λογικά της.
Ο Polanski επιδεικνύοντας μοναδικό ταλέντο, καταφέρνει και μεταφέρει στην οθόνη με αργό, βασανιστικό και ταυτόχρονα αριστουργηματικό τρόπο, την ψυχολογική κατάρρευση της ηρωίδας μέχρι το σημείο εκείνο, που η παράνοια και η σχιζοφρένεια χτίζουν ένα εφιαλτικό κόσμο στα μάτια του θεατή και αποφέρουν τραγικά αποτελέσματα στην ίδια, αλλά και σε όσους την περιτριγυρίζουν.


Η πανέμορφη Γαλλίδα, Catherine Deneuve, με την εξαιρετική ερμηνεία της μονοπωλεί το ενδιαφέρον με τρόπο τέτοιο που όλοι οι υπόλοιποι ηθοποιοί που πλαισιώνουν το καστ, παρά το γεγονός ότι υποδύονται τους ρόλους τους πολύ καλά, δείχνουν δίπλα της σαν διακοσμητικά στοιχεία. Βιώνει πραγματικά τον ρόλο της με τρόπο άκρως ρεαλιστικό και τα μάτια της, δείχνουν στον θεατή, ότι όσα εξελίσσονται πίσω από τις κάμερες μπορεί να της συμβαίνουν και στην πραγματική της ζωή. Πρόκειται για μια ερμηνεία ασύλληπτη που δεν μπορεί να δεχθεί καμία απολύτως κριτική.
Η ασπρόμαυρη φωτογραφία του Gilbert Taylor είναι υπέροχη. Στην αρχή απαλή και φωτεινή και όσο περνάει η ώρα σκοτεινιάζει, γίνεται μουντή, κάνοντας ταυτόχρονα πιο έντονες τις αντιθέσεις του άσπρου-μαύρου.
Οι χρήσεις ευρυγωνίων φακών, οι περίεργες γωνίες λήψεις και τα παιχνίδια της κάμερας με τις σκιές, συντελούν στο μέγιστο για την δημιουργία μιας ψυχοπλακωτικής και τρομακτικής ατμόσφαιρας, καταφέρνοντας ταυτόχρονα να μεταδώσουν στον θεατή τις υποκειμενικές καταστάσεις του μυαλού της ηρωίδας.
Το γρήγορο μοντάζ του Dov Hoenig, αποφέρει εξαιρετικά αποτελέσματα, ειδικά μετά τα μισά της ταινίας, κατά την διάρκεια των παραισθήσεων, στις σκηνές που η παράνοια φτάνει στην αποκορύφωσή της.
Αυτό όμως που πραγματικά απογειώνει την ταινία και εκτοξεύει το δράμα, το μυστήριο και τον τρόμο στα ύψη, είναι η αριστοτεχνική χρήση των ήχων. Στην αρχή οι ρεαλιστικοί ήχοι του περιβάλλοντος ακούγονται σαν ένα απλό περιτύλιγμα της εικόνας, κατά την εξέλιξη όμως της ιστορίας γίνονται κομμάτια του εφιάλτη και παίζουν σημαντικό ρόλο στο όλο αποτέλεσμα. Χαρακτηριστική είναι η σκηνή κατά την οποία σε μια από τις παραισθήσεις της ηρωίδας την βιάζουν και παρότι η εικόνα μας δείχνει ότι ουρλιάζει με τρόμο, ακούγεται μόνο ένα ρυθμικό τικ-τακ, από το ρολόι που υπάρχει μέσα στο δωμάτιο.
Η μουσική υπόκρουση του Chico Hamilton είναι κι αυτή υπέροχη. Απαλή και ρομαντική όπου αυτό απαιτείται και ξέφρενη και απόκοσμη με έντονα ξαφνιάσματα που τρομάζουν, ακολουθεί πιστά τον παλμό των εξελίξεων, ντύνει μοναδικά τις εικόνες και καταφέρνει να γίνει αναπόσπαστο κομμάτι τους.


Οι σκηνές των παραισθήσεων είναι σκηνές ανθολογίας. Οι σκιές, οι ρωγμές στους τοίχους, οι βιασμοί και τα ασώματα χέρια που ξεπροβάλλουν μέσα από τους τοίχους του στενού διαδρόμου, είναι μερικοί από τους εφιάλτες που ζει η ψυχικά διαταραγμένη Carole και μαζί της ζει και ο θεατής που παρακολουθεί την ταινία. Και τα άψυχα πράγματα όμως έχουν ιδιαίτερο ρόλο στο ντεκόρ που έχει στήσει αριστοτεχνικά ο δημιουργός. Το ξυραφάκι του Michael στο μπάνιο, το κουνέλι που έμεινε αμαγείρευτο και σαπίζει στην κάψα του καλοκαιριού και οι πατάτες στην κουζίνα που βγάζουν φύτρες, μοιάζουν σαν να ακολουθούν όχι μόνο την γκροτέσκο εξέλιξη της ιστορίας αλλά και την τραγική κατάληξη της ηρωίδας.
Και πόσα απ’ όλα αυτά που παρακολουθούμε είναι δημιουργήματα μιας νοσηρής φαντασίας και πόσα όχι; Αν εξαιρέσουμε τις ρωγμές και τα χέρια στους τοίχους, όλα τ’ άλλα μπορεί να συμβαίνουν και στην πραγματικότητα. Τα όρια μεταξύ της αλήθειας και της φαντασίας καθ’ όλη την διάρκεια της ταινίας παραμένουν δυσδιάκριτα και αδιευκρίνιστα.
Και το τελευταίο πλάνο κατά το οποίο (ξανα)βλέπουμε την οικογενειακή φωτογραφία της Carole, τότε που ήταν ένα μικρό κοριτσάκι τι σκοπό έχει; Αυτό που παρατηρούμε και στο οποίο θέλει και ο ίδιος ο σκηνοθέτης να εστιάσουμε κάνοντας ζουμ με την κάμερα, είναι το πρόσωπο της μικρής. Αποτραβηγμένη, απομακρυσμένη απ' την οικογένεια, δείχνει φοβισμένη και τρομαγμένη.  Στο μάτι της φαίνεται η "αποστροφή" που δείχνει απέναντι στον πατέρα της. Γιατί άραγε; Μήπως είχε πέσει θύμα βιασμού από εκείνον; Μήπως τελικά αυτή είναι και η αιτίας της αποστροφής της απέναντι στους άνδρες και τον έρωτα; Μήπως τελικά με το φινάλε ξεδιαλύνονται τα πάντα και δεν υπάρχει πια μυστήριο; Μήπως πάλι όχι;


Το «Repulsion» έκανε πρεμιέρα τον Μάιο του 1965 στο Φεστιβάλ Καννών και ένα μήνα μετά ανέβηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες του Λονδίνου, όπου και είχε μεγάλη αποδοχή από το κοινό δημιουργώντας πλήθος συζητήσεων.
Στο 15ο Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου το 1965, τιμήθηκε με το Βραβείο FIPRESCI και μία Ασημένιο Άρκτο, ενώ είχε υποψηφιότητα και για ένα Βραβείο BAFTA.
Η ταινία άνοιξε το δρόμο για την είσοδο του Polanski στις κινηματογραφικές αίθουσες της Δυτικής Ευρώπης και έκανε σε όλους γνωστή την εξαιρετική νεαρή ηθοποιό από την Γαλλία, Catherine Deneuve.
Στην εποχή της προωθήθηκε ως ταινία τρόμου αλλά σήμερα θεωρείται ένα κλασικό ψυχολογικό θρίλερ που ασχολείται με το δράμα και το ψυχολογικό αδιέξοδο μιας νεαρής κοπέλας.
Στον κινηματογραφικό δικτυακό τόπο, Rotten Tomatoes, η ταινία κατέχει σήμερα το 100% στην βαθμολογία μεταξύ των κριτικών και το 86% μεταξύ του κοινού.  Στην ιστοσελίδα Metacritic, κατέχει 91/100 βαθμολογία με βάση τις αξιολογήσεις από 7 κριτικούς, και 8.1/10 βαθμολογία από το κοινό.
Ο κριτικός κινηματογράφου Jim Emerson, περιλαμβάνει το «Repulsion» στη λίστα του με τις 100 καλύτερες ταινίες όλων των εποχών.








Rosemary's Baby (1968)


Ελληνικός Τίτλος: Το Μωρό της Ρόζμαρι
Κατηγορία: Δράμα, Τρόμου, Μυστηρίου
Σκηνοθεσία: Roman Polanski
Σενάριο: Ira Levin (Μυθιστόρημα), Roman Polanski (Προσαρμογή Σεναρίου)
Πρωταγωνιστούν: Mia Farrow, John Cassavetes, Ruth Gordon, Sidney Blackmer
Μουσική: Christopher Komeda
Φωτογραφία: William Fraker
Μοντάζ: Sam O'Steen, Bob Wyman
Χώρα Παραγωγής: ΗΠΑ
Χρώμα: Έγχρωμη
Διάρκεια: 136 min


«Το Μωρό της Ρόζμαρι» είναι ένα από τα καλύτερα θρίλερ στη ιστορία του κινηματογράφου και πρόκειται για μια ακριβής μεταφορά στην μεγάλη οθόνη (τόσο ακριβής, σε σημείο που οι περισσότεροι διάλογοι της ταινίας, είναι ίδιοι με αυτούς του βιβλίου), του ομότιτλου μυθιστορήματος του Αμερικανού συγγραφέα Ira Levin, που κυκλοφόρησε το 1967 και πούλησε πάνω από 4 εκατομμύρια αντίτυπα, από τον σκηνοθέτη Roman Polanski.


Η νεαρή Rosemary και ο σύζυγος της Guy, ένας άσημος ηθοποιός, μετακομίζουν σε ένα διαμέρισμα ενός παλαιού επιβλητικού κτηρίου στην Νέα Υόρκη. Μετά την εγκατάστασή τους εκεί, πληροφορούνται ότι το νέο τους διαμέρισμα ακολουθείται από μια παράξενη και τρομακτική ιστορία που φαίνεται να το στοιχειώνει. Θεωρώντας το γεγονός αυτό μια δοξασία, το ξεχνούν αμέσως και ξεκινούν την νέα τους ζωή.
Η Rosemary θέλει να κάνουν παιδί αλλά ο Guy, θέλει πρώτα να τα πάει κάπως καλύτερα στα επαγγελματικά του.
Στο μεταξύ γνωρίζονται με ένα ηλικιωμένο ζευγάρι που ζει στο διπλανό διαμέρισμα και αρχίζουν να κάνουν παρέα. Η Rosemary βρίσκει τους νέους της γείτονες πολύ αδιάκριτους και πιεστικά φιλικούς, αλλά ο Guy, παρά τις αντιρρήσεις της συντρόφου του, αρχίζει να τους επισκέπτεται όλο και πιο συχνά.
Ταυτόχρονα δίδεται η ευκαιρία στον νεαρό ηθοποιό να ερμηνεύσει έναν σημαντικό ρόλο στο θέατρο, όταν ένας συνάδελφός του τυφλώνεται ξαφνικά. Αμέσως μετά συμφωνεί με τη γυναικά του να κάνουν παιδί.
Μια βραδιά η Rosemary, μετά από μια ξαφνική και αδικαιολόγητη αδιαθεσία, έχει περίεργες παραισθήσεις. Λίγες μέρες αργότερα ανακαλύπτει ότι είναι έγκυος. Όμως, η εγκυμοσύνη της δεν μοιάζει να είναι φυσιολογική. Έχει φρικτούς πόνους και συνεχώς αντιλαμβάνεται γύρω της πολλές περίεργες συμπτώσεις. Ο άντρας της και οι γείτονες την καταπιέζουν αφόρητα και καταλαβαίνει ότι επιθυμούν τον εγκλεισμό και την απομόνωσή της.
Έχοντας φτάσει η νεαρή κοπέλα ένα βήμα πριν την παράνοια, αρχίζει να ερευνά για τους περίεργους γείτονες της και τότε είναι που διαπιστώνει πως έχει πέσει θύμα μιας απίστευτης συνομωσίας...


Τα σημαντικότερα στοιχεία της ταινίας, είναι εξαιρετικός ο τρόπος που αναδεικνύει ο σκηνοθέτης, την παράκρουση και την παράνοια στην οποία σταδιακά βυθίζεται η νεαρή, Rosemary, και το διφορούμενο της πλοκής, δηλαδή αν η ηρωίδα φαντάζεται τα γεγονότα ή όντως όσα συμβαίνουν είναι πραγματικά.
Ο Polanski καταφέρνει και δημιουργεί μια υποχθόνια, απειλητική ατμόσφαιρα, στην οποία συνεχώς πλανάται ένα πέπλο μυστηρίου κι ένας απροσδιόριστος κι ανείπωτος φόβος, που καταφέρνει να αγχώνει και να τρομάζει τον θεατή χωρίς μία σκηνή βίας ή μια σταγόνα αίματος. Το περιβάλλον είναι κλειστοφοβικό, χωρίς φανερή έξοδο διαφυγής και ο κόσμος που δημιουργείται μέσα σε αυτό, είναι ζοφερός και εφιαλτικός.Σε όλο αυτό συντελούν οι εκπληκτικές αργές λήψεις της κάμερας στα σκοτεινά σημεία του σπιτιού που εστιάζουν στην παραμικρή κίνηση, η χρήση σε πολλές σκηνές ευρυγώνιων φακών που δίνουν ένα γκροτέσκο και τρομακτικό αποτέλεσμα, τα σκηνικά, οι ερμηνείες από όλο το καστ και τέλος η ανατριχιαστική μουσική του Christopher Komeda, που κυριολεκτικά στοιχειώνει.
Πίσω από την απλή ιστορία η οποία εξελίσσεται ομαλότατα μέχρι το τέλος χωρίς καμία ουσιαστική ανατροπή, και σ' ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης με μια πιο βαθειά ανάλυση, είναι φανερές οι αιχμές για την υποταγή του σύγχρονου ανθρώπου στο κυνήγι της δύναμης και του πλούτου.  Με το πρόσχημα του θρίλερ, ο Polanski, δημιουργεί μία καυστική σάτιρα της ηθικής της Αμερικάνικης κοινωνίας και ξεμπροστιάζει όσους δεν διστάζουν να θυσιάσουν τα πάντα, μπροστά στην κατάκτηση του λεγόμενου «Αμερικανικού Ονείρου». Και όλο αυτό ο μεγάλος δημιουργός το κάνει και φαίνεται τόσο πραγματικό και ταυτόχρονα εφιαλτικό, όσο εφιαλτικό είναι αυτό που κρύβεται στο φινάλε της ταινίας μέσα στην κούνια και δεν μας το αποκαλύπτει ποτέ.


Οι ερμηνείες των τεσσάρων πρωταγωνιστών είναι πραγματικά εκπληκτικές, με κορυφαίες αυτές των δύο γυναικών.
Η Mia Farrow, στον καλύτερο ρόλο της καριέρας της, υποδύεται με υποδειγματικό τρόπο την νεαρή, ευγενική, αφελή και εύθραυστη γυναίκα που προσπαθεί να προστατέψει το μωρό της αλλά και τον ίδιο της τον εαυτό. Με την ερμηνεία της, η οποία καθοδηγείται άψογα από τον σκηνοθέτη, παρασέρνει τον θεατή σ’ ένα κόσμο αγωνίας και αμφιβολιών σχετικά με το αν αυτά που βλέπουμε είναι μια νοσηρή φαντασίωση ή μια αληθινή, σατανική σκευωρία.
Η Ruth Gordon, με την χαρακτηριστική τσιριχτή φωνή της, στον ρόλο της ηλικιωμένης γυναίκας που προσπαθεί με κάθε τρόπο να προστατέψει το μωρό που κυοφορεί η Rosemary, υπηρετώντας το «Κακό», κλέβει την παράσταση δίνοντας μια αξέχαστη ερμηνεία και δικαίως τιμείται με το βραβείο Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου.
Ο John Cassavetes, στον ρόλο του ανθρώπου που θυσιάζει τα πάντα για να πετύχει τον στόχο του είναι καταπληκτικός. Στην αρχή της ταινίας καλός και τρυφερός απέναντι στην αγαπημένη του σύζυγο, ενώ στο δεύτερο μισό μετατρέπεται σε ένα αποκρουστικό υποχείριο του «Κακού» για χάρη της καριέρας, του χρήματος και της δόξας.
Τέλος, ο Sidney Blackmer, υποδύεται άψογα τον υπηρέτη του «Κακού», προσδίδοντας στον χαρακτήρα του το μυστήριο που απαιτείται.


Το «Rosemary's Baby» είναι η πρώτη ταινία που γύρισε ο Πολωνός σκηνοθέτης στην Αμερική, σημείωσε τεράστια επιτυχία, έλαβε πλήθος θετικών κριτικών, τιμήθηκε με πολλά βραβεία, πέρασε στην ανθολογία του παγκόσμιου κινηματογράφου και κατατάσσεται μέσα στις καλύτερες ταινίες τρόμου όλων των εποχών.
Σήμερα χαρακτηρίζεται ως κλασική και θα παραμείνει αναλλοίωτη κι επίκαιρη για πολλά χρόνια ακόμη, λόγω των κοινωνικών της προεκτάσεων.







The Pianist (2002)


Ελληνικός Τίτλος: Ο πιανίστας
Κατηγορία: Βιογραφία, Δράμα, Ιστορική
Σκηνοθεσία: Roman Polanski
Σενάριο: Wladyslaw Szpilman (αυτοβιογραφία), Ronald Harwood (προσαρμογή σεναρίου)
Πρωταγωνιστούν: Adrien Brody, Thomas Kretschmann, Frank Finlay, Zbigniew Zamachowski, Emilia Fox
Μουσική: Wojciech Kilar
Φωτογραφία: Pawel Edelman
Μοντάζ: Hervé de Luze
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία, Πολωνία, Γερμανία, Μεγάλη Βρετανία
Χρώμα: Έγχρωμη
Διάρκεια: 150 min


Τα γεγονότα της ταινίας βασίζονται στην αυτοβιογραφικό σύγγραμμα του Wladyslaw Szpilman (1911-2000). Το βιβλίο γράφτηκε το 1945, και αναφέρεται στα όσα έζησε στην Βαρσοβία ο διάσημος πιανίστας, κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Είχε τίτλο «Śmierć Miasta» (Θάνατος μιας πόλης). Τότε, η κυκλοφορία αυτού του συγγράμματος απαγορεύτηκε σχεδόν αμέσως, από τις Σταλινικές Πολωνικές αρχές.
Το 1998, ο γιος του Wladyslaw, Szpilman Andrzej, αναδημοσίευσε την δουλειά του πατέρα του, πρώτα στα γερμανικά με τον τίτλο «Das Wunderbare Überleben» (Η θαυμαστή επιβίωση) και στη συνέχεια στα αγγλικά ως «The Pianist» (Ο πιανίστας).


Σεπτέμβριος του 1939. Οι Γερμανικές δυνάμεις εισβάλλουν στην Πολωνία κάνοντας έτσι, το πρώτο βήμα για την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο Wladyslaw Szpilman είναι ένας νεαρός Πολωνός εβραϊκής καταγωγής, που δουλεύει στο Κρατικό Ραδιόφωνο της Βαρσοβίας ως πιανίστας. Ο χώρος που εργάζεται ο Szpilman καταστρέφεται από μία βόμβα της γερμανικής αεροπορίας, την ώρα που εκείνος παίζει μια μελωδία του Chopin.
Τους επόμενους μήνες κι ενώ όλη η χώρα βρίσκεται πλέον υπό Γερμανική κατοχή, οι συνθήκες διαβίωσης των Εβραίων έχουν γίνει τραγικές.
Το 1940, ο Szpilman μαζί με την οικογένειά του, βρίσκεται έγκλειστος στο γκέτο της Βαρσοβίας, όπου εκεί έρχεται αντιμέτωπος με την πείνα, την εξαθλίωση, τις βαρβαρότητες των Ναζί και τον συνεχή φόβο του θανάτου.
Σταδιακά οι Εβραίοι του γκέτο μεταφέρονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης με σκοπό να εκτελεστούν. Ο Szpilman γλιτώνει την μοιραία μεταφορά την τελευταία στιγμή, σωζόμενος  από έναν αστυνομικό του Εβραϊκού γκέτο, που έτυχε να είναι οικογενειακός του φίλος. Μακριά πλέον από την οικογένειά του, παραμένει κρυμμένος στην ερειπωμένη πόλη της Βαρσοβίας προσπαθώντας να επιβιώσει ενώ ταυτόχρονα, γίνεται μάρτυρας των θηριωδιών που διαπράττουν τα Ες-Ες...


Ο καταξιωμένος Γαλλό-Πολωνός σκηνοθέτης Roman Polanski, επηρεασμένος από δικά του προσωπικά βιώματα, αφού όταν ήταν παιδί είχε ζήσει κι αυτός μια παρόμοια εμπειρία (όχι τόσο τραγική) κατά την διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, δραπετεύοντας από το γκέτο της Κρακοβίας, προσεγγίζει το εξαίρετο σενάριο του Ronald Harwood με μοναδικό τρόπο, σκηνοθετώντας με έντονο λυρισμό που συγκινεί αφάνταστα αλλά και ταυτόχρονα, με ρεαλισμό που σε κάποιες περιπτώσεις σοκάρει.
Η δραματική ατμόσφαιρα κυριαρχεί από το πρώτο μέχρι και το τελευταίο πλάνο της ταινίας και τα συναισθήματα διαρκώς εναλλάσσονται από λύπη και αποτροπιασμό για όσα διαδραματίζονται κατά την εξέλιξη της ιστορίας, σε χαρά για τις στιγμές που ο ήρωας κατορθώνει να ξεφύγει από τον κίνδυνο και σε μια διαρκή αγωνία για το τι πρόκειται να επακολουθήσει.
Σε όλο το κλίμα βοηθάει πολύ και η υπέροχη μουσική υπόκρουση με μελωδίες στο πιάνο του Chopin αλλά και του Wojciech Kilar που έχει αναλάβει το μουσικό θέμα της ταινίας.
Άλλο σημείο άξιο αναφοράς, είναι η άψογη αναπαράσταση της κατεστραμμένης Βαρσοβίας μετά τους βομβαρδισμούς που υπέστη από τους Γερμανούς κατακτητές.


Οι ερμηνείες των ηθοποιών είναι κάτι παραπάνω από συγκλονιστικές.
Κορυφαίος στον πρωταγωνιστικό ρόλο ο Adrien Brody, ο οποίος εμφανίζεται σε όλες τις σκηνές της ταινίας, από το πρώτο έως και το τελευταίο δευτερόλεπτο, δίνοντας μία από
τις καλύτερες ερμηνείες όλων των εποχών.
Ο Brody επιλέχθηκε για τον ρόλο, ανάμεσα σε 1400 άντρες ηθοποιούς, σε οντισιόν που έγινε στο Λονδίνο. Για τις ανάγκες του ρόλου αναγκάστηκε να χάσει 14 κιλά μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες, ακολουθώντας εξαντλητική δίαιτα.
Η επιλογή του αποδείχτηκε καταλυτική για την επιτυχία της ταινίας καθώς, το μεγάλο του υποκριτικό ταλέντο σε συνδυασμό με την ψιλόλιγνη εκφραστική του μορφή και την ματιά του, που πολλές στιγμές κοιτά χαμένη στο άπειρο, ισορροπώντας ανάμεσα στην ανάγκη για την επιβίωση και τον φόβο για τον θάνατο, προκαλούν έντονα συναισθήματα στον θεατή, παρασέρνοντάς τον να ταυτιστεί μαζί του και να συμπάσχει στον πόνο, στον φόβο και στην αγωνία του.
Πολύ καλοί επίσης είναι ο Thomas Kretschmann στον ρόλο του Λοχαγού Wilm Hosenfeld, σε μια ολιγόλεπτη αλλά πολύ αξιόλογη εμφάνιση, ο Frank Finlay και η Maureen Lipman που υποδύονται τους γονείς του πιανίστα και η Emilia Fox στον ρόλο της φίλης του Szpilman.


Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ των Καννών, στις 24 Μαΐου του 2002, όπου και κέρδισε τη μέγιστη διάκριση, το Χρυσό Φοίνικα. Στην Ελλάδα κυκλοφόρησε στις 19 Οκτωβρίου του ίδιου έτους.
Ήταν υποψήφια για επτά βραβεία Όσκαρ, ανάμεσα στα οποία και αυτό της Καλύτερης ταινίας. Τελικά κέρδισε τα τρία: Καλύτερης Σκηνοθεσίας, Διασκευασμένου Σεναρίου και Α’ Ανδρικού Ρόλου.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης πως η ταινία κέρδισε επτά Βραβεία César, δύο βραβεία BAFTA και είχε πλήθος από άλλες μικρότερες διακρίσεις.
Εισπρακτικά τα πήγε πολύ καλά αφού με προϋπολογισμό 35.000.000 δολάρια, τα έσοδά της ξεπέρασαν τα 120 εκατομμύρια παγκοσμίως.






Chinatown (1974)


Ελληνικός Τίτλος: Chinatown
Κατηγορία: Έγκλημα, Δράμα, Μυστηρίου
Σκηνοθεσία: Roman Polanski
Σενάριο: Robert Towne
Πρωταγωνιστούν: Jack Nicholson, Faye Dunaway, John Huston, Perry Lopez
Μουσική: Jerry Goldsmith
Φωτογραφία: John A. Alonzo, Stanley Cortez
Μοντάζ: Sam O'Steen
Χώρα Παραγωγής: ΗΠΑ
Χρώμα: Έγχρωμη
Διάρκεια: 130 min


Το Chinatown είναι μια ταινία-θρύλος, μία από τις αρτιότερες παραγωγές στην ιστορία του κινηματογράφου. Πρόκειται για ένα θρίλερ μυστηρίου, με γερές δόσεις αγωνίας, πολύ μυστήριο, παρακμιακή ατμόσφαιρα και απρόσμενες ανατροπές.
Πρωτίστως διαθέτει ένα εκπληκτικό σενάριο, δαιδαλώδες, αλλά αψεγάδιαστο, που παρασύρει το θεατή κρατώντας αδιάπτωτο το ενδιαφέρον του και κλιμακώνεται σταδιακά όσο περνά η ώρα, μέχρι να φτάσει η στιγμή ενός πραγματικά εμπνευσμένου φινάλε.
Ο Πολωνός σκηνοθέτης Roman Polanski, στο αποκορύφωμα της σκηνοθετικής του εμπειρίας, περιγράφει την ιστορία δίνοντας έμφαση στις αντιδράσεις των ηρώων, στους χαρακτήρες τους και στο περιβάλλον τους, με αρκετά μισοσκότεινα πλάνα, βοηθώντας μ’ αυτό τον τρόπο την κορύφωση της ατμόσφαιρας αλλά και του μυστηρίου. Η ιστορία ξετυλίγεται βασανιστικά αργά, με κάθε σκηνή και κάθε κομματάκι διάλογου, να αποτελούν στοιχεία που οδηγούν στη διαλεύκανση της υπόθεσης.
Ο Jack Nicholson σε μια από τις καλύτερες ερμηνείες της μεγάλης καριέρας του. Ο χαρακτήρας του είναι πολυμορφικός και κινείται σε πολλά επίπεδα. Είναι αρκετά σκληρός και δυνατός, επίμονος, έξυπνος και εύστροφος και αρκετά γλυκός και ρομαντικός για να ερωτευτεί την αινιγματική Evelyn Cross Mulwray, που υπέροχα υποδύεται η Faye Dunaway. Όσο για τον John Huston, για άλλη μια φορά είναι απολαυστικός στον ρόλο του.
Άξια αναφοράς είναι και η μουσική επένδυση της ταινίας, γραμμένη από τον Jerry Goldsmith, η οποία καταφέρνει και απογειώνει τις σκηνές, κλιμακώνοντας ακόμα περισσότερο την ένταση και το μυστήριο.


Ο Jake Gittes εργάζεται ως ιδιωτικός ντετέκτιβ και αναλαμβάνει μια υπόθεση για λογαριασμό του πάμπλουτου Noah Cross. Καθήκον του θα είναι να παρακολουθεί το σύζυγο της κόρης του Evelyn, τον Hollis I. Mulwray, ο οποίος είναι διευθυντής της Εταιρίας Υδάτων του Λος Άντζελες. Ο ντεντέκτιβ την θεωρεί μία ακόμα συνηθισμένη υπόθεση εξωσυζυγικής σχέσης. Πολύ γρήγορα ο Gittes γνωρίζει την όμορφη και αινιγματική Evelyn και αποκτά σχέσεις μαζί της. Όταν ο Hollis δολοφονείται, ο ντετέκτιβ συνειδητοποιεί ότι βρίσκεται μπλεγμένος σε μια μεγάλη συνομωσία που σχετίζεται με την δημόσια εταιρία ύδρευσης και σ’ ένα πολύπλευρο και επικίνδυνο μυστήριο…


Η τοποθέτηση της δράσης στα 1937 δεν είναι τυχαία, αλλά έχει τεράστια ιδεολογική σημασία, αφού αυτή είναι η χρονιά που η Αμερική μπαίνει σ' ένα νέο καπιταλιστικό στάδιο συγκεντρωτικής οικονομίας, μέσα από το οποίο αναδεικνύονται οι σύγχρονοι μεγιστάνες του κεφαλαίου, που σαν τον επιβλητικό και απειλητικό Noah Cross της ταινίας, εξουσιάζουν πλήρως όχι μόνο τη γη, αλλά και τη δικαιοσύνη και τη δημόσια διοίκηση. Παράλληλα γυρίζεται τέσσερα χρόνια μετά το σκάνδαλο Watergate, εποχή που το κοινό είναι ιδιαίτερα διψασμένο για ταινίες με πολιτικά σκάνδαλα.
Το εκπληκτικό σενάριο του Robert Towne βασίζεται εν μέρει σε ένα πραγματικό σκάνδαλο που είχε συμβεί στο Λος Άντζελες το 1908 και είχε σχέση με κλοπή γης και υδάτων. Αυτό όμως που πραγματικά το κάνει να ξεχωρίζει κάνοντας ταυτόχρονα και την ταινία τόσο ενδιαφέρουσα, είναι ότι καταφέρνει να συνδυάσει το πολίτικο σκάνδαλο, με τις βασικές συνταγές του film-noir και να δέσει τα δυο αυτά στοιχεία με μια ερωτική ιστορία ανάμεσα στους δυο κεντρικούς χαρακτήρες.
Όσο αφορά το τέλος της ταινίας ο σεναριογράφος στο αρχικό του σενάριο, είχε σχεδιάσει ένα εντελώς διαφορετικό φινάλε, πολύ πιο χαρούμενο και επεξηγηματικό.
Ο Polanski όμως επέμενε για ένα κλείσιμο σκληρό και αιφνιδιαστικά άδικο, αντιτιθέμενος στις συμβατικές φόρμες των Χολιγουντιανών επιταγών, αφήνοντας το θεατή με μια γλυκόπικρη αίσθηση. Τελικά μετά από πολύ μεγάλη διαφωνία των δυο τους, επικράτησε η άποψη του σκηνοθέτη. Ο Robert Towne μερικά χρόνια αργότερα παραδέχθηκε ότι είχε κάνει λάθος κι ότι το φινάλε που πρότεινε ο Polanski και τελικά μπήκε στην ταινία, ήταν το καλύτερο δυνατό.


Για πρώτη φορά η ταινία προβλήθηκε στις αμερικάνικες κινηματογραφικές αίθουσες στης 20 Ιουνίου του 1974 από την Paramount Pictures. Το κόστος παραγωγής της έφτασε τα 6 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ και ως σήμερα οι συνολικές της εισπράξεις ξεπερνούν τα 30 εκατομμύρια.
Η ταινία ήταν υποψήφια για 11 Όσκαρ (!!) αλλά τελικά κέρδισε μόνο ένα, αυτό του Καλύτερου Σεναρίου. Επίσης κέρδισε 4 Χρυσές Σφαίρες, 3 βραβεία Bafta και αρκετές ακόμη διακρίσεις.
Σήμερα η ταινία χαρακτηρίζεται ως κλασσική και θεωρείται μια από τις καλύτερες της παγκόσμιας κινηματογραφικής βιομηχανίας.