The Wild Bunch (1969)


Ελληνικός Τίτλος: Άγρια Συμμορία
Κατηγορία: Γουέστερν
Σκηνοθεσία: Sam Peckinpah
Σενάριο: Walon Green, Sam Peckinpah
Πρωταγωνιστούν: William Holden, Ernest Borgnine, Robert Ryan, Bo Hopkins, Warren Oates
Μουσική: Jerry Fielding
Φωτογραφία: Lucien Ballard
Μοντάζ: Louis Lombardo
Χώρα Παραγωγής: ΗΠΑ
Χρώμα: Έγχρωμη
Διάρκεια: 145 min


Ένα αριστουργηματικό γουέστερν, απ’ τις σημαντικότερες ταινίες όλων των εποχών και ίσως η καλύτερη δημιουργία του Sam Peckinpah -ενός από τους πιο αμφιλεγόμενους και ιδιόρρυθμους, μα ταυτόχρονα χαρισματικούς και ευφυείς σκηνοθέτες, που έχει αναδείξει το Hollywood.


Έτος 1913... Βρισκόμαστε στην πόλη του Σαν Ραφαέλ στο νότιο Τέξας, στα σύνορα με το Μεξικό, όπου γίνεται επανάσταση. Συγχρόνως ο σιδηρόδρομος και το αυτοκίνητο έχουν αρχίσει να εισβάλλουν στην Αμερικάνικη κοινωνία. Στοιχεία που συντελούν στο τέλος του παλιού Φαρ-Ουέστ και των παρανόμων του. Τα πράγματα αλλάζουν και οι συμμορίες για να επιβιώσουν, πρέπει πλέον να προσαρμοσθούν στα νέα δεδομένα.
Ο Pike Bishop (William Holden), μεσήλικας πλέον, είναι επικεφαλής μιας ομάδας παρανόμων που αποτελείται από τους παλιούς του φίλους, Dutch (Ernest Borgnine) και Sykes (Edmond O'Brien) και τρία πολύ νεότερα μέλη, τους αδελφούς Gorch, τον Lyle (Warren Oates) και τον Tector (Ben Johnson), και το Μεξικανό-Ινδιάνο Angel (Jaime Sánchez).
Αυτή η παρέα των έξι παρανόμων σχεδιάζει να ληστέψει ένα τραίνο του αμερικάνικου στρατού. Πέφτοντας όμως σε παγίδα, θα βρεθούν αντιμέτωποι με μια ομάδα κυνηγών κεφαλών της οποίας ηγείται ο πρώην φίλος τους και μέλος της συμμορίας, Deke Thorton (Robert Ryan). Προσπαθώντας να επιβιώσουν βρίσκονται στο Μεξικό όπου εκεί έχουν ν’ αντιμετωπίσουν τον Μεξικάνικο στρατό και τους αντάρτες της Επανάστασης...


Η “Άγρια Συμμορία” είναι μια ταινία γουέστερν άκρως πρωτοποριακή για την εποχή της, που αψηφά όλα τα κλισέ και τα δεδομένα του είδους. Ξεφεύγει από το μέχρι τότε στερεότυπο των «καλών» και των «κακών» με τους ήρωες που στην ουσία είναι «κακοί» να κερδίζουν την αμέριστη συμπάθεια του θεατή. Άλλο πρωτοποριακό στοιχείο είναι η γραφικότατη απεικόνιση της ωμής βίας και ο τρόπος εντύπωσής της στην οθόνη (π.χ. αργή κίνηση μετά το χτύπημα μιας σφαίρας και το αίμα να κυλάει με πίεση από το σώμα).
H τελική σκηνή του μακελειού είναι αριστουργηματική και δεν έχει καμία απολύτως σχέση με αυτό που αποκαλούμε γενικώς "βίαιες σκηνές". Εδώ, παρουσιάζονται τέσσερις άνθρωποι, που δεν έχουν άλλη επιλογή από το να πεθάνουν για χάρη του υπέρτατου δεσμού της φιλίας και της συντροφικότητας. Είναι το επισφράγισμα της πορείας αυτών των παράνομων μέσα στη διάρκεια της ταινίας.
Η σκηνή κατά την οποία παίρνουν την απόφασή τους και η πορείας τους προς τους μεθυσμένους Μεξικανούς , είναι μια από τις ομορφότερες εισαγωγές σε σκηνή μάχης στην ιστορία του κινηματογράφου. Η μεξικάνικη μπαλάντα που ακούγεται και συνοδεύει τον ρυθμό του βηματισμού τους, παιζόταν ζωντανά κατά τη διάρκεια του γυρίσματος, για να δημιουργεί κλίμα και να διευκολύνει το παίξιμο των ηθοποιών.
Ο Peckinpah για την συγκεκριμένη σκηνή είχε δηλώσει ότι τη θεωρεί «μια χορογραφία θανάτου».
Το σενάριο του Walon Green, το μοντάζ του Louis Lombardo, η φωτογραφία του Lucien Ballard, η μουσική του Jerry Fielding, όλα... είναι υπέροχα.
Το καστ είναι εκπληκτικό. Ο William Holden δίνει αδιαμφισβήτητα την καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του. Έξοχος και ο Robert Ryan στο ρόλο του πρώην παράνομου που τελικά βάζει τις αρχές της φιλίας πάνω από τις αρχές του νόμου.


Η ταινία ανέβηκε στις Αμερικανικές αίθουσες στις 18 Ιουνίου του 1969 και αμέσως απόκτησε άσχημη φήμη, κυρίως για τις εξαιρετικά βίαιες εικόνες της. Επίσης κατηγορήθηκε ότι παρουσίαζε τις γυναίκες ως άπληστες πόρνες. Αποτέλεσμα αυτής της φήμης ήταν να διανείμει η εταιρεία παραγωγής στους κινηματογράφους, μια λογοκριμένη εκδοχή της ταινίας, διάρκειας 134 λεπτών.
Ήταν υποψήφια για Όσκαρ Καλύτερου Σεναρίου και Μουσικής, ενώ τιμήθηκε με 5 βραβεία σε άλλους μικρότερους διαγωνισμούς.
Μετά την προβολή της ο Sam Peckinpah, απόκτησε την στάμπα του σκηνοθέτη που αγαπάει τη βία, αν και τελικά αυτό που φαίνεται ότι επιδιώκει ο ευφυής δημιουργός -τουλάχιστον στην εν λόγω ταινία- είναι να δείξει τι ακριβώς σημαίνει να σκοτώνεις και να πεθαίνεις και αυτό το κάνει έτσι ώστε να φτάνει στα μάτια του θεατή χωρίς να έχει σαν πρωτεύοντα σκοπό την ψυχαγωγία.








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας σχετικά με αυτήν την ανάρτηση