Ελληνικός Τίτλος: Η Ταχυδρομική Άμαξα
Κατηγορία: Γουέστερν
Σκηνοθεσία: John Ford
Σενάριο: Ernest Haycox (Διήγημα), Dudley Nichols, Ben Hecht (Σενάριο)
Πρωταγωνιστούν: Claire Trevor, John Wayne, Thomas Mitchel, John Carradine, Andy Devine, George Bancroft
Μουσική: Gerard Carbonara
Φωτογραφία: Bert Glennon
Μοντάζ: Otho Lovering, Dorothy Spencer
Χώρα Παραγωγής: ΗΠΑ
Χρώμα: Ασπρόμαυρη
Διάρκεια: 96 min
Πρόκειται για μία κλασική ταινία γουέστερν που σήμερα συγκαταλέγεται όχι μόνο στις καλύτερες του είδους αλλά και στις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Κύριος λόγος γι’ αυτό είναι ο υποδειγματικός τρόπος της απεικόνισης των χαρακτήρων και ο εξαιρετικός ρυθμός της ταινίας που κορυφώνεται σταδιακά, μια εποχή που οι αντίστοιχες ταινίες του είδους αρέσκονταν στο να παρουσιάζουν απλοϊκές περιπετειώδεις ιστοριούλες με φόντο την Άγρια Δύση.
Αριζόνα 1880. Μια άμαξα ξεκινάει το ταξίδι της από το Τόντο με κατεύθυνση ανατολικά και τελικό προορισμό το Λόρτσμπεργκ, μια πόλη κοντά στα σύνορα με το Μεξικό.
Στην θέση του αμαξά κάθεται ο Buck (Andy Devine), ένας απλοϊκός, καλοκάγαθος τύπος, ο οποίος κάνοντας χρόνια την δουλειά αυτή εξασφαλίζει τα προς τα ζην.
Επιβάτες της άμαξας σε αυτό το ταξίδι είναι μια ομάδα τελείως διαφορετικών ανθρώπων που ο καθένας ταξιδεύει για τους δικούς του προσωπικούς λόγους:
Πρώτη επιβάτισσα είναι η Dallas (Claire Trevor), μια νεαρή πόρνη που διώχτηκε από το Τόντο αναγκαστικά, μετά τον ξεσηκωμό μια ομάδας “καθώς πρέπει κυριών” οι οποίες δεν την ήθελαν στην πόλη τους.
Συνεπιβάτης της είναι ο Doc Boone (Thomas Mitchell), ένας αλκοολικός γιατρός που είναι συνεχώς μεθυσμένος και ταξιδεύει προς το Λόρτσμπεργκ αφού στο Τόντο πια, δεν είχε ούτε δουλειά αλλά ούτε και σπίτι.
Τρίτη επιβάτης είναι η κυρία Lucy Mallory (Louise Platt), η οποία βρίσκεται σε ενδιαφέρουσα κατάσταση και ταξιδεύει ανατολικά για να συναντήσει τον άντρα της ο οποίος είναι αξιωματικός του αμερικανικού στρατού.
Ο Hatfield (John Carradine), ένας ερωτύλος, αριστοκράτης τζογαδόρος, μην έχοντας τίποτα καλύτερο να κάνει, βλέποντας την γοητευτική κυρία Mallory επιβιβάζεται στην άμαξα μαζί της, με σκοπό να της παρέχει προστασία μέχρι να συναντήσει τον σύζυγό της.
Μαζί τους είναι και ο Peacock (Donald Meek), ένα ήρεμο ανθρωπάκι από το Κάνσας Σίτι, που ταξιδεύει προσπαθώντας να πουλήσει το ουίσκι του.
Στη άμαξα επιβιβάζεται και ο τραπεζίτης του Τόντο, Henry Gatewood (Berton Churchill), ο οποίος θέλει να διαφύγει από την πόλη καθώς υπεξαίρεσε ένα σημαντικό ποσό από το ταμείο της τράπεζάς του.
Τελευταίος επιβάτης της άμαξας είναι ο σερίφης της πόλης, Curley (George Bancroft), ο οποίος αποφασίζει να πάει στο Λόρτσμπεργκ όταν μαθαίνει ότι ο παλιός του φίλος του Ringo Kid (John Wayne), που ήταν φυλακή, δραπέτευσε για να πάει να βρει αυτούς που δολοφόνησαν την οικογένειά του και να πάρει εκδίκηση. Ο Curley θέλει να συλλάβει τον Ringo για να τον προστατεύσει αλλά και για να εισπράξει την αμοιβή της επικήρυξής του.
Λίγο μετά την αναχώρηση της άμαξας, οι επιβάτες της πληροφορούνται ότι οι Απάτσι της περιοχής έχουν ξεκινήσει πόλεμο κατά των λευκών, κανείς όμως από τους επιβαίνοντες δεν θέλει να γυρίσει πίσω κι έτσι το περιπετειώδες ταξίδι ξεκινά...
Ο μεγάλος σκηνοθέτης John Ford, εκμεταλλευόμενος στο έπακρο ένα απλό σενάριο, συγκεντρώνει στην δημιουργία του όλους του στερεοτυπικούς χαρακτήρες που μπορεί να περιέχει ένα γουέστερν και κατορθώνει να τους περιγράψει με απόλυτη ακρίβεια: τον περιοδεύοντα πλασιέ, το χαρτοπαίκτη, τον αλκοολικό γιατρό, την καλόκαρδη πόρνη, την καλή και αφοσιωμένη σύζυγο, τον αμαξά, τον δήθεν έντιμο τραπεζίτη, τον άνθρωπο του νόμου και τον επικηρυγμένο δραπέτη.
Ο κάθε ήρωας φέρει τη δική του ιστορία, αλλά παίζει κι έναν σημαντικό ρόλο στην ιστορία της ταινίας.
Η πόρνη αποδεικνύεται πιο ηθική και φιλεύσπλαχνη από τις “ενάρετες“ κυρίες που την έδιωξαν από την πόλη, ο ερωτύλος χαρτοπαίκτης είναι ένας τζέντλεμαν που μπορεί να πεθάνει με την αξιοπρέπεια του αριστοκράτη, ο “κύριος“ τραπεζίτης φαίνεται ότι είναι πιο παράνομος και επικίνδυνος από τον επικηρυγμένο πιστολέρο που μπορεί και δείχνει ηρωισμό γενναιοδωρία, λεπτότητα και καλοσύνη και τέλος, ο μέθυσος γιατρός μπορεί και εξασκεί με περίσσια αυταπάρνηση το επάγγελμα του.
Όλο το καστ είναι εξαιρετικό αλλά αυτοί που κλέβουν την παράσταση, είναι ο John Wayne, στον πρωταγωνιστικό ρόλο και ο Thomas Mitchell, στον ρόλο του μέθυσου γιατρού.
Μετά την προβολή του το φιλμ απέσπασε διθυραμβικές κριτικές, κέρδισε δύο Βραβεία Όσκαρ, Μουσικής και Καλύτερου Β’ Ανδρικού Ρόλου (Thomas Mitchell ), ενώ ήταν υποψήφιο για άλλα πέντε βραβεία: Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης, Φωτογραφίας και Μοντάζ.
Ο Γάλλος θεωρητικός του κινηματογράφου André Bazin, το χαρακτήρισε ως «το ιδανικό παράδειγμα ωριμότητας ενός στιλ που έφτασε στον κλασικισμό», αλλά και ως μια «δραματουργική απεικόνιση της παραβολής του Τελώνη και του Φαρισαίου». Όσο για τον Orson Welles, είχε παραδεχτεί ότι πριν γυρίσει το Citizen Kane (1941), είδε και μελέτησε την ταινία δεκάδες φορές.
«Η Ταχυδρομική Άμαξα» (στην Ελλάδα κυκλοφόρησε και με τον τίτλο «Η Άμαξα της Αγωνίας») έγινε πρότυπο για όλα τα μετέπειτα γουέστερν, μεταμορφώνοντας κυριολεκτικά το είδος, ενώ εκτόξευσε την καριέρα του John Wayne στα ύψη και εδραίωσε τον John Ford, στην λίστα με τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες όλων των εποχών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας σχετικά με αυτήν την ανάρτηση