Ελληνικός Τίτλος: Η Απειλή
Κατηγορία: Τρόμου, Επιστημονικής φαντασίας
Σκηνοθεσία: John Carpenter
Σενάριο: Bill Lancaster (σενάριο), John W. Campbell Jr. (νουβέλα)
Πρωταγωνιστούν: Kurt Russell, Wilford Brimley, T.K. Carter, Keith David, David Clennon, Thomas G. Waites
Μουσική: Ennio Morricone
Φωτογραφία: Dean Cundey
Μοντάζ: Todd Ramsay
Χώρα Παραγωγής: ΗΠΑ
Χρώμα: ΈγχρωμηΔιάρκεια: 109 min
Οι δώδεκα άνδρες της ομάδας, θα έρθουν αντιμέτωποι με ένα εξωγήινο πλάσμα το οποίο έχει συντρίβει στην Γη χιλιάδες χρόνια πριν και ήδη έχει καταφέρει να μολύνει το προσωπικό μίας γειτονικής Νορβηγικής ερευνητικής εγκατάστασης, οδηγώντας όλα τα μέλη της στο θάνατο.
Το κύριο χαρακτηριστικό αυτού του εξωγήινου πλάσματος είναι ότι προκειμένου να μπορέσει να επιβιώσει, μεταλλάσσεται και αντιγράφει οποιαδήποτε μορφή ζωής έρχεται σε επαφή μαζί του κι έτσι καταφέρνει και περνάει απαρατήρητο.
Όταν οι άνδρες της ομάδας καταλαβαίνουν τι ακριβώς συμβαίνει, αντιμετωπίζουν την υποψία ότι κάποιος από αυτούς έχει δολοφονηθεί και την θέση του έχει πάρει το μεταλλαγμένο εξωγήινο πλάσμα. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να κλονισθεί η εμπιστοσύνη μεταξύ τους και ν’ αρχίσουν αναπόφευκτες συγκρούσεις που φτάνουν στα όρια της παράνοιας...
Η ταινία αποτελεί remake της ταινίας "The Thing from Another World” του 1951, σε σκηνοθεσία Christian Nyby και Howard Hawks. Το σενάριο της ταινίας αυτής είχε σαν βάση τη νουβέλα "Who Goes There?" που είχε γράψει ο John W. Campbell το 1938.
Βέβαια η “Απειλή” απέχει πολύ από την ταινία του ’51 καθώς ο Carpenter πατώντας μεν πάνω στην ίδια ιστορία, δεν αρκείται στο να φτιάξει μια περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας αλλά επικεντρώνεται στο να δημιουργήσει ένα τρομακτικό, κλειστοφοβικό θρίλερ. Είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις στον χώρο της 7ης τέχνης, που remake ξεπερνάει σε ποιότητα το πρωτότυπο.
Πρόκειται για την πρώτη ταινία της αποκαλούμενης από τον ίδιο τον σκηνοθέτη «Τριλογία της Αποκάλυψης». Οι άλλες δύο είναι το “Prince of Darkness” (1987) και το “In the Mouth of Madness” (1994).
Τα μεγάλα ατού της ταινίας που καταφέρνει και αξιοποιεί στο έπακρο ο Carpenter πέρα από το σενάριο, είναι τα καταπληκτικά για την εποχή ειδικά εφέ, το υποβλητικό παγωμένο τοπίο, η πολύ καλή ερμηνεία του Kurt Russell αλλά και του υπολοίπου καστ και τέλος, η για μια άλλη φορά εκπληκτική μουσική υπόκρουση του Ennio Morricone.
Στα ειδικά εφέ ο Stan Winston μαζί με τον 23χρονο τότε Rob Bottin συνεργάζονται και εκμεταλλευόμενοι όλα τα μέσα και τις μεθόδους στις τεχνολογίες του προσθετικού μακιγιάζ και των μηχανικών ειδικών εφέ της εποχής, δημιούργησαν ένα πλάσμα άμορφο και άναρχα δομημένο, το οποίο αποτελείται από πλοκάμια και αραχνοειδή πόδια, ανακατεμένα με εντόσθια και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους. Τα πλάνα κατά τα οποία μεταμορφώνεται το πλάσμα είναι άκρως πρωτοποριακά και δημιουργούν τερατόμορφες εικόνες σουρεαλιστικής ομορφιάς, που παραμένουν εξίσου φρικτές, τρομακτικές και αποκρουστικές ακόμα και σήμερα.
Τα γυρίσματα, τα οποία διήρκησαν τρεις μήνες, έγιναν στις πραγματικά παγωμένες εκτάσεις, μιας έρημης, ορεινής περιοχής του Καναδά και σε κτήρια που οικοδομήθηκαν αποκλειστικά για τις ανάγκες της ταινίας. Ο Carpenter εκμεταλλεύεται αριστοτεχνικά όλους τους χώρους και το σκοτεινό, κλειστοφοβικό σκηνικό στο οποίο διαδραματίζεται η ιστορία, κάνοντας τον θεατή να νιώθει το ίδιο εγκλωβισμένος με τους ήρωες.
Οι ηθοποιοί που απαρτίζουν το αυστηρά ανδρικό καστ, με κορυφαίο τον Kurt Russell ο οποίος κρατάει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, εξυπηρετούν ιδανικά με τις ερμηνείες τους τις απαιτήσεις του δημιουργού και καταφέρνουν να μεταφέρουν τον φόβο και την αγωνία στον ίδιο τον θεατή.
Ο Ennio Morricone που ανέλαβε την μουσική επένδυση της ταινίας, συνέθεσε ένα λιτό αλλά απόλυτα επιτυχημένο ψυχεδελικό soundtrack, με ρυθμικές ηλεκτρονικές μελωδίες από ατμοσφαιρικά συνθεσάιζερ. Αξίζει να αναφέρουμε ότι είναι η πρώτη ταινία που σκηνοθετεί ο Carpenter και δεν έχει γράψει ο ίδιος την μουσική.
Ο προϋπολογισμός της ταινίας έφτασε σε πολύ υψηλά επίπεδα αγγίζοντας το ποσό των 15 εκατομμυρίων δολαρίων. Δυστυχώς όμως όταν βγήκε στις Αμερικάνικες κινηματογραφικές αίθουσες στης 25 Ιουνίου του 1982, στέφθηκε με εισπρακτική αποτυχία αφού με το ζόρι κατάφερε να σημειώσει εισπράξεις που ξεπερνούσαν κατά λίγο τα 19 εκατομμύρια.
Αιτία γι’ αυτό υπήρξε η σχεδόν ταυτόχρονη κυκλοφορία της με το “Blade Runner“ του Ridley Scott και τον “E.T.” του Spielberg, που μονοπώλησε το ενδιαφέρον του κοινού, παγκοσμίως εκείνη την χρονιά.
Μετά την αποτυχία, ο Carpenter δέχτηκε και τα πυρά των κριτικών οι οποίοι στράφηκαν εναντίον του, κατηγορώντας τον ότι ενέδιδε στα δέλεαρ του mainstream σινεμά και στις τακτικές του εύκολου τρόμου.
Με το πέρασμα όμως του χρόνου το εγχείρημα επανεκτιμήθηκε και σιγά-σιγά πήρε τον τίτλο του διαχρονικού καθώς οι κριτικοί άλλαξαν γνώμη και το κοινό γνώρισε και λάτρεψε την ταινία μέσα από τις βιντεοκασέτες, τα DVD και τα Blu-Ray.
Συνέχειες της πλοκής κυκλοφόρησαν ως κόμικς κατά τη δεκαετία του 1980, αλλά και ως ένα videogame δράσης-τρόμου το 2002.
Tο 2011 κυκλοφόρησε στις κινηματογραφικές αίθουσες ένα μάλλον ανάξιο λόγου προοίμιο της ταινίας με τον ίδιο τίτλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας σχετικά με αυτήν την ανάρτηση