Ελληνικός Τίτλος: Περσόνα (ή) Έρωτες χωρίς φραγμό
Κατηγορία: Δράμα
Σκηνοθεσία: Ingmar Bergman
Σενάριο: Ingmar Bergman
Πρωταγωνιστούν: Bibi Andersson, Liv Ullmann, Margaretha Krook
Μουσική: Lars Johan Werle
Φωτογραφία: Sven Nykvist
Μοντάζ: Ulla Ryghe
Χώρα Παραγωγής: Σουηδία
Χρώμα: Ασπρόμαυρη
Διάρκεια: 83 min
Εφόσον της γίνονται όλες οι απαραίτητες εξετάσεις και διαπιστώνεται ότι είναι υγιής και σωματικά αλλά και ψυχικά, η γιατρός (Margaretha Krook) που την παρακολουθεί, την στέλνει να αναρρώσει στο απομονωμένο εξοχικό παραθαλάσσιο κτήμα της και ζητά από την νεαρή, ευσυνείδητη νοσοκόμα Άλμα (Bibi Andersson) να τη φροντίζει και να της κρατάει συντροφιά μέχρι η ηθοποιός να ξεπεράσει το νευρικό κλονισμό της.
Οι μέρες περνούν και η Άλμα προκειμένου να κάνει την Ελίζαμπεθ να αντιδράσει, της μιλάει διαρκώς, χωρίς ποτέ να λαμβάνει απάντηση και σύντομα θα αρχίσει να της εξομολογείται όλα της τα μυστικά της και τις πιο μύχιες σκέψεις της.
Σε αυτό το διάστημα της συγκατοίκησης και της απομόνωσης, ανάμεσα στις δυο γυναίκες που μοιάζουν πολύ στην εξωτερική εμφάνιση, αναπτύσσεται μια παράξενη σχέση η οποία οδηγεί σταδιακά και με έναν παράξενο τρόπο, στην συγχώνευση των προσωπικοτήτων τους, της μίας μέσα στην άλλη...
Πρόκειται για μια αινιγματική-πειραματική δημιουργία του σπουδαίου Σουηδού σκηνοθέτη Ingmar Bergman, η οποία αποτελεί μία από τις πιο προχωρημένες και μοντέρνες δημιουργίες του παγκόσμιου κινηματογράφου.
Η «Περσόνα» πραγματεύεται την γυναικεία φύση, την ψυχολογία της χαμένης ταυτότητας και την ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης, αλλά είναι ταυτόχρονα και μια αλληγορική σπουδή για την ουσία της τέχνης.
Οι δύο γυναικείοι χαρακτήρες της ταινίας κινούνται οριακά ανάμεσα στη νοητή γραμμή της λογικής και της τρέλας, μεταφέροντας στον θεατή παράξενα συναισθήματα, καθώς οι αλήθειες του υποσυνειδήτου που αναδύονται, άμεσα και ωμά στην επιφάνεια, φτάνουν σε σημείο να τρομάζουν.
Σίγουρα το να δει κάποιος για μια φορά την ταινία, όσο προσήλωση και να δείξει, δεν πρόκειται να καταφέρει να την αποκρυπτογραφήσει. Και πώς να γίνει αυτό άλλωστε όταν η ταινία ξεκινάει με μία σειρά από “δυσαρμονικές” εικόνες όπως, ένα εκτυφλωτικό φως, μια μηχανή προβολής που κάνει φασαρία και τρεμοσβήνει, ένα πέος σε στύση, την σφαγή ενός αρνιού και αρκετές ακόμη, οι οποίες είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να συσχετισθούν με την υπόλοιπη ταινία και το σενάριο.
Η ταινία έχει ερμηνευθεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους και έχει αποτελέσει αντικείμενο μακροχρόνιων συζητήσεων μεταξύ των οπαδών της καθώς και ανάμεσα στους κριτικούς. Τελικά, η ιστορία του Bergman μιλάει για δυο γυναίκες που είναι δύο διαφορετικά πρόσωπα που ταυτίζονται και γίνονται ένα ή μήπως το πρόσωπο εξ αρχής είναι ένα και έρχεται σε αντιπαράθεση με το υποσυνείδητό του;
Η «Persona» κρίνεται ως άκρως μινιμαλιστική ταινία, με την εμφάνιση μόνο πέντε ηθοποιών από τους οποίους, η Bibi Andersson και η Liv Ullmann, είναι οι μόνοι που εμφανίζεται για περισσότερο από ένα λεπτό μπροστά στην κάμερα, ενώ ο χαρακτήρας της Ullmann λέει μόνο δεκατέσσερις λέξεις καθ’ όλη την διάρκεια της ταινίας, σε αντίθεση με την Andersson η οποία μιλάει ακατάπαυστα και μεταξύ των άλλων έχει δύο εξαιρετικούς μονόλογους: αυτόν που περιγράφει το ερωτικό όργιο με τους αγνώστους στην παραλία και αυτόν που αναφέρεται στο μωρό της Ελίζαμπεθ.
Τα σκηνικά, τα κοστούμια και το μακιγιάζ είναι ελάχιστα, ενώ ο Bergman κινηματογραφεί για άλλη μια φορά με εξαιρετικό τρόπο, χρησιμοποιώντας θαυμάσιες γωνίες λήψης, με μακρινά αλλά και πολύ κοντινά πλάνα πάνω στα πρόσωπα των δύο πανέμορφων πρωταγωνιστριών του. Πολύ καλή δουλειά έχει γίνει και στο μοντάζ, ενώ η φωτογραφία είναι άψογη, με έντονη αντίθεση του άσπρου-μαύρου. Η μουσική επένδυση του Lars Johan Werle, είναι πολύ καλή και σε ορισμένες σκηνές στοιχειώνει.
Οι ερμηνείες των Bibi Andersson και Liv Ullmann είναι αριστουργηματικές και τα γοητευτικά πρόσωπά τους, κάνουν την οθόνη να ξεχειλίζει από ομορφιά.
Ο ίδιος ο Bergman περιγράφει την ταινία αυτή σαν το όριο που μπόρεσε να φτάσει η διάνοιά του, και που δεν θα μπορούσε ποτέ ο ίδιος να την ξεπεράσει με κάτι άλλο.
Το 1967 η «Persona» είχε επιλεγεί από την Σουηδική ακαδημία κινηματογράφου για να εκπροσωπήσει την χώρα στην κατηγορία Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας στο 39ο διαγωνισμό των Όσκαρ, αλλά η υποψηφιότητά της δεν έγινε δεκτή.
Μέχρι και το 2004 στην Αμερική, κυκλοφορούσε μια λογοκριμένη έκδοση της ταινίας στην οποία είχε περικοπεί η σκηνή με το πέος και κάποια κομμάτια από τον μονόλογους της Bibi Andersson που αναφέρονταν, στο ερωτικό όργιο και στην άμβλωση του παιδιού.
Η ταινία σήμερα θεωρείται από τους κριτικούς και τους δοκιμιογράφους ένα από τα σημαντικότερα αριστουργήματα του 20ου αιώνα στον χώρο της 7ης τέχνης και βρίσκεται σε αρκετές λίστες με τις καλύτερες δημιουργίες όλων των εποχών.
Το 2010, βρέθηκε στην θέση Νο71 του Empire Magazine, στη λίστα με τις 100 καλύτερες ταινίες του παγκόσμιου κινηματογράφου, ενώ στην αντίστοιχη λίστα του Sight & Sound, βρίσκεται στην θέση Νο13.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας σχετικά με αυτήν την ανάρτηση